Εκδόσεις Άγκυρα - Agyra Publications
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΓΚΥΡΑ
από το 1890 με αυτή Μεγαλώνουμε όλοι...! Το κεντρικό βιβλιοπωλείο μας είναι: Πολυχώρος ΑΓΚΥΡΑ, Σόλωνος 124 & Εμμ. Μπενάκη, Αθήνα, 2103837667
Ευχαριστούμε πολύ!
Σας περιμένουμε στο 43ο Φεστιβάλ Βιβλίου που πραγματοποιεί την έναρξη του την Παρασκευή 5 Ιουλίου στην παραλία του Λευκού Πύργου.
Ημερομηνία: Παρασκευή 5 έως Κυριακή 21 Ιουλίου
Ώρα: 07:00 μ.μ. – 11:00
Αρ.περ. 25-26
Και φέτος θα σας κρατήσει συντροφιά με χιλιάδες τίτλους βιβλίων παρουσιάζοντας όλη την σύγχρονη βιβλιοπαραγωγή στα 110 εκθετήρια του που απλώνονται στην έκταση της παραλίας.
Την παρουσία τους θα δώσουν 400 εκδοτικοί οίκοι απ’ όλη τη χώρα ενώ περισσότεροι από 500 συγγραφείς θα υπογράψουν τα βιβλία τους.
Το φετινό φεστιβάλ θα είναι αφιερωμένο στα κυπριακά γράμματα και στην κυπριακή ποίηση. Στους δύσκολους και ταραγμένους καιρούς που διανύουμε το βιβλίο εξακολουθεί να φωτίζει το μονοπάτι της ανθρώπινης συλλογικής διαδρομής προς την γνώση.
Λεπτομέρειες εκδήλωσης
Τόπος διεξαγωγής: 43ο Πανελλήνιο Φεστιβάλ βιβλίου
Διεύθυνση: Παραλία Λευκού Πύργου (από το Βασιλικό Θέατρο – άγαλμα Μεγάλου Αλεξάνδρου – στάση Στρατηγείου
Ευχαριστούμε θερμά για την κριτική και την παρουσίαση του Απόστολου Πάππο στο elniplex.com ..ένα ευφάνταστο βιβλίο με χιούμορ που σημαδεύει τη δημιουργική σκέψη των παιδιών, προάγοντας άρρητα σύγχρονες αξίες και νοητικές δεξιότητες, ενώ η όποια αξιοποίηση σε εικαστικά, θεατρικό παιχνίδι και κινητικά παιχνίδια είναι παραπάνω από προφανής.
https://shorturl.at/k2xsD
#παιδικοβιβλιο #νεο #εικονογραφημενοβιβλιο #βιβλιογιαπαιδια
Το νησί του ελέφαντα, του Λίο Τίμμερς | Elniplex Διαβάζεται σε 3'- Ηλικιακό κοινό: 4+ (target 4-7) - Εικονογραφημένο βιβλίο για παιδιά "Θα μείνουμε εδώ για πάντα", τραγουδούσαν χορεύοντας Αγόρασέ το Ένα
Η σειρά βιβλίων “Το Ημερολόγιο ενός Μονόκερου” είναι μια εξαιρετική επιλογή για νέους αναγνώστες, ειδικά για παιδιά που αρχίζουν να διαβάζουν μόνα τους. Ο πρωταρχικός στόχος των βιβλίων, μέσα από τα μικρά κεφάλαια και την πολύχρωμη εικονογράφηση, είναι να προσφέρουν στα παιδιά την ευκαιρία να χαρούν την ανάγνωση και να εκπαιδευτούν γύρω από τις αξίες της ζωής.
Χαρακτηριστικά της Σειράς
Μικρά Κεφάλαια: Τα βιβλία αποτελούνται από σύντομα κεφάλαια, διευκολύνοντας την ανάγνωση και ενθαρρύνοντας τα παιδιά να συνεχίσουν την ιστορία χωρίς να κουραστούν.
Πολύχρωμη Εικονογράφηση: Κάθε σελίδα είναι εικονογραφημένη με φωτεινές και χαρούμενες εικόνες που ζωντανεύουν την ιστορία και κάνουν την ανάγνωση πιο ευχάριστη και ενδιαφέρουσα.
Ευανάγνωστο Κείμενο: Το κείμενο είναι γραμμένο με μεγάλα γράμματα και απλό λεξιλόγιο, καθιστώντας το προσιτό για τους μικρούς αναγνώστες που αρχίζουν να εξοικειώνονται με την ανάγνωση.
Γρήγορη Πλοκή: Οι ιστορίες εξελίσσονται με γρήγορο ρυθμό, κρατώντας το ενδιαφέρον των παιδιών αμείωτο και ενθαρρύνοντάς τα να συνεχίσουν το διάβασμα.
Ενίσχυση Αυτοπεποίθησης και Αναγνωστικότητας: Με ευχάριστο περιεχόμενο και κατανοητό κείμενο, αυτά τα βιβλία βοηθούν τους μικρούς αναγνώστες να αναπτύξουν την αυτοπεποίθηση και τις αναγνωστικές τους δεξιότητες.
#παιδικαβιβλια #βιβλιαγιαπαιδια #διαβαζω #διαβαζωμονοςμου
Το νησί του Ελέφαντα Παιδικά βιβλία, χριστουγεννιάτικα βιβλία, παραμύθια, βιβλία γνώσεων
Το Καρπούζι ήταν αρχηγός των καρπών σ’ έναν μαγικό κήπο. Οι καρποί είχαν προβλήματα και το Καρπούζι όρισε για βοηθούς του, δοκιμαστικά, τη Φράουλα και την Ελιά για να τους βοηθήσουν.
Η Φράουλα ήταν αγαπητή επειδή ήταν ευγενική και έδειχνε να συναισθάνεται και να ενδιαφέρεται αληθινά για τα προβλήματά τους. Παρ’ όλα αυτά, δεν μπορούσε να τους τα λύσει.
Η Ελιά με τη λογική της μπορούσε, όμως, επειδή δεν είχε ωραίους τρόπους, οι καρποί δεν ήθελαν ούτε να την ακούσουν…
Μέσα από το παραμύθι διευκρινίζονται οι έννοιες «Συναισθηματική νοημοσύνη» και «Νοημοσύνη». Η «Συναισθηματική νοημοσύνη» αποδεικνύεται πολύ σημαντική και συμβάλλει στην αξιοποίηση της «Νοημοσύνης».
Καμαράτου-Γιαλούση Ειρήνη
Η φιλική Φράουλα και η έξυπνη Ελιά
Ένα παραμύθι για την αξία της «Συναισθηματικής νοημοσύνης» και τον ρόλο της στην αξιοποίηση της «Νοημοσύνης»
Στην ομάδα των συνεργαζόμενων συγγραφέων & εικονογράφων των εντάχθηκε ο βραβευμένος Leo Timmers.
Το 2022, το Elephant Island επιλέχθηκε 🎉 ως ένα από τα 10 καλύτερα εικονογραφημένα βιβλία από τους New York Times.
Κι εμείς θέλαμε οπωσδήποτε να το εκδόσουμε για τους μικρούς μας Έλληνες αναγνώστες!
Κυκλοφόρησε λοιπόν!
🐘Το νησί του Ελέφαντα είναι ένα χαρούμενο βιβλίο, με σύνθετες και παιχνιδιάρικες εικόνες που θα εμπνεύσουν τους μικρούς αναγνώστες ακόμα και για ευφάνταστες κατασκευές 😮
Ο Ελέφαντας, καθώς ταξίδευε, παρασύρθηκε από μια καταιγίδα.
Η βάρκα του καταστράφηκε και αναγκάστηκε να κολυμπά για ώρες, ώσπου είδε ένα μικροσκοπικό νησί και ανέβηκε αρχίζοντας να καλεί για βοήθεια.
Άραγε θα φανεί κάποιος ή κάποιοι να τον βοηθήσουν;
Κι αν ναι, θα μπορέσουν όλοι μαζί να παραμείνουν αισιόδοξοι και ν’ αντιμετωπίσουν τις δυσκολίες που θα προκύψουν αξιοποιώντας τη δύναμη της φαντασίας τους;
#βιβλιαγιαπαιδια
ΚΥΚΛΟΦΟΡΕΙ
Μια νέα αποστολή που κάνει τους Μυστικούς Πράκτορες που λατρεύουν τους υπονόμους να αναστατώνονται!
Με τον πράκτορα Μπρας παγιδευμένο σε ένα μυστηριώδη κώμα, οι τεχνικοί της Κ.ΟΜ.ΠΡΑ (Καταπληκτική ΟΜάδα ΠΡΑκτόρων) έχουν σχεδιάσει την απόλυτη αντικατάσταση: τον ΡόμποΜπρας ! Αυτό το υψηλής τεχνολογίας αντίγραφο έχει προγραμματιστεί με όλες τις ικανότητες και τις γνώσεις του αρχικού Μπρας για την καταπολέμηση του εγκλήματος—αλλά φαίνεται πως έχει μερικά σφάλματα στο σύστημά του! Θα είναι ο Μάνγκο και ο νέος του συνεργάτης αρκετοί για να σταματήσουν τα γιγάντια μυρμήγκια που κάνουν επιδρομή στην πόλη;
Οργανωμένο από τον αποσβολωμένο κακοποιό, τον ΜΑΕΣΤΡΟΝΑΥΤΗ , και τον XOYNTIN , τον δεινόσαυρο δάσκαλο διαφυγής, φαίνεται ότι οι εγκληματίες σίγουρα ανεβάζουν τον πήχη!
Οι μυστικοί πράκτορες Μάνγκο και Μπρας –γνωστοί για την αδυναμία τους στους υπονόμους– αγωνίζονται για το ΓΕΝΙΚΟ ΚΑΛΟ, ζώντας συναρπαστικές περιπέτειες που θα ενθουσιάσουν τους αναγνώστες!
#διαβαζω #νέαέκδοση #παιδικάβιβλία #βιβλία #βιβλίο
Οι τρεις ερωτήσεις, του Τζον Τζ. Μουθ (βασισμένο σε παραμύθι του Λ. Τολστόι) | Elniplex Διαβάζεται σε 3'- Ηλικιακό κοινό: 4,5-5+ (target 5-11) - Εικονογραφημένο βιβλίο για παιδιά Χτες, αν δεν είχες μείνει να με βοηθήσεις στο σκάψιμο δεν θα
Η αξία ενός βιβλίου είναι διαχρονική και αυτό μας επιβεβαιώνει και η σειρά των Κλασικών από τις , η οποία μας προσφέρει εξαιρετικές επιλογές μυθιστορημάτων τόσο για μεγάλα παιδιά όσο και για εφήβους.
Το έντυπο βιβλίο εδώ και αρκετά χρόνια έχει εξαντληθεί... Κυκλοφόρησε όμως σε Audiobook από την .gr με την καταπληκτική φωνή του Θοδωρή Κατσαφάδου
Ο , διευθυντής της , καταθέτει στο βιβλίο αυτό την προσωπική του μαρτυρία για τη δημιουργία, την εξέλιξη και την ακμή της μυθικής, για τα ελληνικά δεδομένα, εταιρείας, από την ημέρα της ίδρυσής της έως τη διάλυσή της. Ιδιαίτερα η περιγραφή των πρώτων κινηματογραφικών προσπαθειών του Φιλοποίμενα Φίνου και των συνεργατών του, στα προπολεμικά και στα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, αποτελεί μοναδικό ντοκουμέντο, δεδομένου ότι κανένα από τα λίγα βασικά στελέχη, που τα έζησαν εκείνη την περίοδο, δεν τα έχει αφηγηθεί ποτέ ως τώρα.
Πρόκειται για μια διαδρομή μέσα στο χρόνο, που αφηγείται πολύ ζωντανά ολόκληρη την πορεία της κινηματογραφικής παραγωγής και την πραγματική ατμόσφαιρα μέσα στη Φίνος Φιλμ.
Ζέρβας Μάρκος Finos Film 1939-1977: Ο μύθος και η πραγματικότητα
Σίγουρα θα το απολαύσετε!
🙏 υπέροχο από Κώστια Κοντολέων Kostia Kontoleon
Ο Απρίλης είναι μήνας της Παιδικής Λογοτεχνίας. Γι αυτό αποφάσισα για τρεις συνεχόμενες μέρες, να αναρτώ τρεις αντίστοιχα μεταφράσεις μου παραμυθιών του, που εδώ και χρόνια είχαν κυκλοφορήσει από τις ΕκΕκδόσεις Άγκυρα - Agyra Publicationsκαι δεν είναι ευρύτερα γνωστά.
HΑΝS CΗRISTIAN ANDERSEN
Το κορίτσι που πάτησε πάνω στο καρβέλι
(Μετάφραση: Κώστια Κοντολέων)
Είναι, μάλλον, κάτι παραπάνω από σίγουρο πως όλοι σας έχετε ακούσει
να γίνεται λόγος για το κορίτσι που πάτησε πάνω στο καρβέλι, για να μη
λερώσει τα όμορφα παπούτσια του, κι όλοι σας, σίγουρα, ξέρετε τη δυστυχία
που έφερε στη ζωή της, η ασυλλόγιστη αυτή πράξη. Είναι τόσο γνωστή τούτη
η ιστορία στον κόσμο, που έχουν κατά καιρούς γραφτεί διάφορα γι’ αυτήν και
μάλιστα κάποιοι της έδωσαν μορφή μέσα από εικόνες.
Το κορίτσι της ιστορίας μας ήταν φτωχό, αλλά περήφανο και υπεροπτικό
παιδί, κι όλοι είχαν κι από κάτι να πουν για τον κακό της χαρακτήρα. Λέγανε
πως όντας νήπιο ακόμα, ένα από τα πιο αγαπημένα της παιχνίδια ήταν να
πιάνει όσο περισσότερες μύγες μπορούσε, να τους ξεκολλάει τα φτερά και να
τις καταδικάζει έτσι να μην ξαναπετάξουν ποτέ. Μα το πιο αγαπημένο από
όλα τα παιχνίδια της ήταν να μπήγει μια καρφίτσα σε χρυσόμυγες ή σκαθάρια,
κι ύστερα να βάζει ένα πράσινο φύλλο ή ένα κομμάτι χαρτί κοντά στα πόδια
τους· τα καημένα τα ζώα γαντζώνονταν πάνω του, στριφογύριζαν και
συστρέφονταν προσπαθώντας ν’ απαγκιστρωθούν από την καρφίτσα.
«Η χρυσόμυγα διαβάζει τώρα», έλεγε η μικρή Ίνγκερ. «Δείτε την πώς
γυρνάει τα φύλλα!»
Καθώς μεγάλωνε, αντί να γίνεται καλύτερος χαρακτήρας γινόταν όλο και
χειρότερη· μιλάμε, όμως, για πολύ χειρότερη, αλλά ήταν παράλληλα και πολύ
όμορφη, κι αυτό ίσως ήταν που έπαιξε τον πιο σημαντικό ρόλο στη δυστυχία
της. Γιατί αν ήταν λιγότερο όμορφη, ίσως και να ήταν περισσότερο
πειθαρχημένη.
«Προκαλείς τη μοίρα σου και θα σε βρει καμιά δυστυχία στο τέλος», της
έλεγε η ίδια της η μάνα. «Όταν ήσουν μικρό παιδάκι σου άρεσε να ποδοπατάς
τις ποδιές μου· μα όταν θα μεγαλώσεις φοβάμαι πως θα ποδοπατήσεις την
καρδιά μου».
Και τα λόγια της μάνας της βγήκαν πέρα για πέρα αληθινά.
Όταν μεγάλωσε λιγάκι την έστειλαν στην εξοχή, στην υπηρεσία
σημαντικών ανθρώπων. Ήταν καλοί και της συμπεριφέρονταν με απέραντη
καλοσύνη, σαν να ήταν δικό τους παιδί, την έντυναν με ωραία και κομψά
ρούχα που την έκαναν να δείχνει ακόμη πιο όμορφη από όσο ήταν στην
πραγματικότητα, όμως η ομορφιά της το μόνο που έκανε ήταν να ταΐζει και να
θεριεύει την υπεροψία της.
Ήταν στην υπηρεσία τους γύρω στον έναν χρόνο, όταν η κυρά της, της
είπε: «Νομίζω πως ήρθε η ώρα να πας σπίτι σου να επισκεφτείς τους γονείς
σου, μικρή Ίνγκερ».
Με το πες, πες, την κατάφερε στο τέλος, αλλά η Ίνγκερ αυτό που
πραγματικά ήθελε δεν ήταν να δει τους γονείς της, δεν της είχαν λείψει δα και
τόσο κι ας είχε περάσει πολύ καιρό μακριά τους· η Ίνγκερ το μόνο που ήθελε,
το μόνο που λαχταρούσε ήταν να τους δείξει πόσο όμορφη και κομψή είχε
γίνει. Ξεκίνησε, λοιπόν, για το σπίτι των γονιών της, αλλά σαν έφτασε στο
χωριό, κι είδε τους νιους και τις νιες να έχουν στήσει κουβεντολόι γύρω από
τη λιμνούλα, και τη μητέρα της να ξεκουράζεται σε μια πέτρα λίγο πιο πέρα,
πλάι σ’ ένα δεμάτι καυσόξυλα που είχε μαζέψει στο δάσος, η Ίνγκερ έκανε
στροφή κι έφυγε· ντρεπόταν που μια κοπέλα ντυμένη τόσο κομψά όσο αυτή
είχε για μητέρα μια τόσο φτωχή, ρακένδυτη γυναίκα, που για να ζεσταθεί
μάζευε από το δάσος κλαράκια για προσάναμμα. Η αναχώρησή της έγινε
χωρίς κανένα δισταγμό εκ μέρους της· είχε ενοχληθεί αφάνταστα από τη
θλιβερή εμφάνιση της μάνας της.
Πέρασε ακόμη μισός χρόνος.
«Θα πρέπει να ξαναπάς σπίτι σου να δεις τους γέρους γονείς σου, μικρή
Ίνγκερ», της είπε και πάλι η αφεντικίνα της. «Να, πάρε κι ένα μεγάλο καρβέλι
άσπρο ψωμί να τους το πας για δώρο. Θα χαρούν να σε ξαναδούν».
Έτσι η Ίνγκερ μην μπορώντας να κάνει αλλιώς, φόρεσε το πιο όμορφο
φόρεμά της και τα πανέμορφα καινούρια παπούτσια της και σηκώνοντας
ψηλά τη φούστα της για να μην την λερώσει, άρχισε να περπατάει πολύ
προσεκτικά, ώστε τα παπούτσια της να παραμείνουν καθαρά και κομψά, και
γι’ αυτό κανείς δεν θα μπορούσε βέβαια να την κατηγορήσει. Όταν όμως
έφτασε στο σημείο όπου το μονοπάτι διασταυρωνόταν με τα βαλτοτόπια, κι
είδε πως υπήρχε μια λωρίδα με λασπόνερα μπροστά της, χωρίς δεύτερη
σκέψη, πέταξε το καρβέλι στη λάσπη για να το χρησιμοποιήσει σαν πέτρα, να
πατήσει πάνω του και να περάσει από την άλλη μεριά χωρίς να βρέξει τα
παπούτσια της. Αλλά μόλις πάτησε το ένα της πόδι πάνω στο καρβέλι και
καθώς σήκωνε το άλλο ψηλά για να κάνει το ίδιο, το καρβέλι άρχισε να
βυθίζεται όλο και πιο βαθιά, τραβώντας την κι αυτήν προς τα κάτω, μέχρι που
εξαφανίστηκε εντελώς από την επιφάνεια της γης, κι εκεί που στεκότανε λίγο
πριν, το μόνο που μπορούσε να διακρίνει κανείς ήταν έναν μαύρο, αφρισμένο
νερόλακκο! Έτσι ακριβώς, όπως σας τα λέω, έγιναν τα πράγματα.
Αλλά τι απέγινε η Ίνγκερ; Βούλιαξε ως κάτω, ως το ζυθοποιείο της
Γυναίκας του Βάλτου, της θείας νεράιδων και ξωτικών, που όλοι μας ξέρουμε.
Δεν έχουν γραφτεί δα και λίγα ποιήματα για την αφεντιά τους, κι η φαντασία
του κόσμου οργιάζει όταν θελήσουν να τις ζωγραφίσουν, αλλά, παρόλο που
όλοι, λίγο ως πολύ, έχουμε κάτι να πούμε για τις νεράιδες, κανείς δεν μπορεί
να ισχυριστεί πως ξέρει κάτι για τη Γυναίκα του Βάλτου – το μόνο που ίσως
ξέρουν είναι πως όταν τα λιβάδια βρομοκοπάνε το καλοκαίρι, είναι σημάδι
πως η γριά φτιάχνει την μπίρα της εκεί κάτω. Η μικρή Ίνγκερ βυθίστηκε σ’
αυτό το βρομερό ζυθοποιείο, που κανείς δεν μπορεί ν’ αντέξει να μείνει
περισσότερο από μερικά λεπτά, ακόμη κι ο χειρότερος βόθρος μπορεί να
θεωρηθεί ονειρεμένο μέρος αν τον συγκρίνεις με το ζυθοποιείο της Γυναίκας
του Βάλτου. Κάθε δοχείο ξεχωριστά κι όλα μαζί βρομοκοπούν τόσο φρικτά,
που μπορεί να φέρουν ακόμη και λιγοθυμιά σ’ όποιον κάνει την αποκοτιά ν’
αφήσει ελεύθερη την ανάσα του – είναι, βλέπεις, τόσο κοντά βαλμένα το ένα
στο άλλο· αλλά κι αν ακόμη υπήρχε αρκετός χώρος ανάμεσά τους για να
συρθεί κανείς, θα ήταν αδύνατον να το κάνει γιατί χοντρά ερπετά και
γλοιώδεις βάτραχοι σέρνονται αδιάκοπα εκεί πέρα. Σ’ αυτό το φοβερό,
σχεδόν φρικιαστικό μέρος βυθίστηκε η μικρή Ίνγκερ, κι ήταν τόσο παγωμένα
εκεί κάτω που η μικρούλα έτρεμε σαν φθινοπωρινό φύλλο από το κρύο.
Καθώς περνούσε η ώρα ένιωθε τα μέλη της βαριά και μουδιασμένα, και το
καρβέλι κολλημένο σφικτά στα πόδια της, την τραβούσε όπως μια χάντρα
κεχριμπάρι τραβάει μια λεπτή τρίχα.
Η Γυναίκα του Βάλτου ήταν κι αυτή εκεί, γιατί εκείνη τη συγκεκριμένη
μέρα είχαν προγραμματίσει να κάνουν επίσκεψη στο ζυθοποιείο της ο
διάβολος και η προγιαγιά του, μια φαρμακόγλωσσα από τις λίγες, που όλο και
κάτι απαίσιο σκαρφιζότανε. Πουθενά δεν πήγαινε χωρίς το εργόχειρό της, το
είχε πάντα μαζί της όπως και τώρα. Έραβε κομμάτια δέρμα μεταξύ τους για
να τα βάλει στα παπούτσια των ανθρώπων, ώστε να βρίσκονται διαρκώς σε
κίνηση και να μη βρίσκουν αναπαμό. Κεντούσε ψέματα, κι επεξεργάζονταν
διαβολιές και συκοφαντικές απερίσκεπτες λέξεις που σε άλλη περίπτωση θα
είχαν πέσει στη γη ακίνδυνες. Ναι. Ήξερε να ράβει, να κεντάει, και να γνέθει
κακίες, αυτή η προγιαγιά!
Με την άκρη του ματιού της πήρε χαμπάρι την κατεβασιά της Ίνγκερ,
ύστερα έβαλε τα γυαλιά της και την ξανακοίταξε πιο προσεκτικά. «Αυτό το
κορίτσι έχει τάλαντο», είπε. «Δώστε μού την σαν ενθύμιο της επίσκεψής μου
εδώ· θα γίνει πρώτης τάξεως άγαλμα έξω από την πόρτα των δισεγγονιών
μου». Η Γυναίκα του Βάλτου δεν είχε καμιά αντίρρηση σ’ αυτό και της την
χάρισε δίχως δεύτερη κουβέντα.
Κι έτσι η μικρή Ίνγκερ βρέθηκε στην κόλαση! Κάτι που ίσως δεν ξέρετε
είναι πως οι άνθρωποι δεν πάνε πάντα κατευθείαν εκεί κάτω· μπορούν να το
κάνουν και περιφερειακά, φτάνει μόνο να διαθέτουν το αναγκαίο τάλαντο.
Έξω από την πόρτα που την έστησαν υπήρχε ένας διάδρομος δίχως
αρχή και τέλος. Ζαλιζόσουνα να κοιτάζεις μπροστά, αλλά και πίσω σου, και
πλήθος ανήσυχοι, εξουθενωμένοι άνθρωποι είχαν στηθεί έξω από τις πύλες
του ελέους και περίμεναν πότε θ’ ανοίξουν για να μπουν μέσα. Μα έπαιρνε
καιρό, πολύ καιρό να γίνει αυτό. Τεράστιες, φρικιαστικές, χοντρές αράχνες
έγνεθαν ιστούς πάνω από τα πόδια τους, ιστούς που βρίσκονταν εκεί χιλιάδες
χρόνια, ιστούς που έμοιαζαν με χειροπέδες, χειροπέδες που τους κρατούσαν
ακίνητους σαν χάλκινες αλυσίδες· μα πέρα απ’ αυτό, οι ψυχές των ανθρώπων
βασανίζονταν από αδιάκοπη ταραχή, ταραχή που προέρχονταν από τα
βασανιστήρια και τον πόνο που βίωναν. Κι ανάμεσά τους να ξεχωρίζει ο
τσιγκούνης, που θρηνεί γιατί κάπου έχει ξεχάσει το κλειδί του κουμπαρά του.
Ναι, θα μας έπαιρνε πολύ καιρό αν θέλαμε να επαναλάβουμε όλα τα μαρτύρια
και τα βάσανα που ζούσανε σ’ αυτό το μέρος.
Η Ίνγκερ ζούσε κι αυτή το δικό της μαρτύριο, αφού ήταν αναγκασμένη να
στέκεται συνέχεια ακίνητη, σαν άγαλμα· κολλημένη στη γη από το καρβέλι.
«Αυτά παθαίνουν όσοι δεν θέλουν να λερώσουν τα πόδια τους»,
μονολογούσε. «Κοιτάξτε πρώτα αυτά κι ύστερα κοιτάξτε κι εμένα!»
Ναι, όλοι την κοιτούσαν, με βλέμματα γεμάτα οργή, και μιλούσαν χωρίς
ίχνος κανένα να βγαίνει από το στόμα τους. Σ’ έπιανε σύγκρυο και μόνο να
τους κοιτάζεις!
«Θα πρέπει να τους είναι ευχάριστο να με κοιτάζουν», σκέφτηκε η μικρή
Ίνγκερ. «Έχω όμορφο πρόσωπο και φοράω όμορφα ρούχα». Κι ύστερα
έστρεψε τα μάτια της αλλού· δεν μπορούσε, βλέπεις, να στρέψει ολάκερο το
κεφάλι της γιατί ο λαιμός της είχε κοκαλώσει. Πο, πο! Πόσο είχε λερωθεί στο
ζυθοποιείο της Γυναίκας του Βάλτου! Το φόρεμά της ήταν βρόμικο, γεμάτο
γλίτσες· ένα ερπετό είχε κουλουριαστεί στα μαλλιά της και ταλαντεύονταν
πάνω από τον λαιμό της· κι από κάθε πτυχή του φουστανιού της ξεπρόβαλλε
κι ένας άσχημος βάτραχος, που φώναζε σαν ασθματικό σκυλάκι του
σαλονιού. Ήταν πολύ αηδιαστικό θέαμα. Αλλά κι όλοι οι άλλοι εκεί κάτω είχαν
τα μαύρα χάλια τους, επίσης, κι αυτό ήταν το μόνο που την παρηγορούσε.
Μα το χειρότερο απ’ όλα ήταν η φοβερή πείνα που της έτρωγε τα
σωθικά. Θα κατάφερνε, άραγε, να σκύψει και να κόψει ένα κομματάκι από το
καρβέλι που πάνω του πατούσε; Όχι, η πλάτη της ήταν άκαμπτη σαν ξύλο, τα
μπράτσα και τα χέρια της άκαμπτα σαν ξύλο κι αυτά, κι ολάκερο το κορμί της
το ένιωθε σαν να είχε πετρώσει. Το μόνο που μπορούσε να κάνει ήταν να
στριφογυρίζει τα μάτια της ολόγυρα, κι έτσι να βλέπει τι γίνονταν και πίσω της.
Μα ήταν φρικτά αυτά που έβλεπε. Κι ύστερα ήρθαν οι μύγες κι άρχισαν να
σέρνονται πέρα-δώθε στους βολβούς των ματιών της. Ανοιγόκλεισε τα μάτια
της να τις διώξει, αλλά οι μύγες δεν έλεγαν να φύγουν, γιατί δεν μπορούσαν·
κάποιος τους είχε κόψει τα φτερά κι από έντομα τις είχε καταδικάσει να
σέρνονται στη γη σαν ερπετά, αφού δεν μπορούσαν πια να πετάξουν. Κι αυτό
το βασανιστήριο ήταν ακόμη χειρότερο κι από τη φοβερότερη πείνα, κάποια
στιγμή τής φάνηκε πως μέρος από τα σωθικά της κατάτρωγε το ίδιο της το
κορμί· ένιωθε τόσο άδεια, τόσο τρομακτικά άδεια.
«Αν αυτό συνεχιστεί ακόμα λίγο δεν θα μπορέσω να το αντέξω!» είπε.
Αλλά έπρεπε να το αντέξει· αφού τα βάσανά της όλο και μεγάλωναν.
Ένα ζεστό δάκρυ έπεσε πάνω στο μέτωπό της. Κύλησε στο πρόσωπό
της κι από εκεί στον λαιμό της, κύλησε ακόμα πιο κάτω ως το καρβέλι το ψωμί
που πάνω του πατούσε. Κι ύστερα ένα ακόμη δάκρυ έπεσε, κι ακολούθησαν
πολλά ακόμη. Ποιος μπορεί να έκλαιγε για τη μικρή Ίνγκερ; Δεν είχε κι αυτή
μια μάνα εκεί πάνω στη γη; Τα δάκρυα λύπης μιας μάνας για το παιδί της που
έχει σφάλει πάντα φτάνουν ως αυτό, αλλά δεν το λυτρώνουν· το ζεματίζουν,
και κάνουν τον πόνο του μεγαλύτερο. Κι αυτή η φοβερή πείνα, και να μην
μπορεί να κόψει μια μπουκιά από το καρβέλι το ψωμί που πάνω του
πατούσε! Στο τέλος πίστεψε πως τα πάντα μέσα της κατάτρωγαν τις σάρκες
της. Έμοιαζε με λεπτό, κούφιο καλάμι, που έπιανε ακόμη και τον
παραμικρότερο θόρυβο.
Μπορούσε ν’ ακούσει πεντακάθαρα ό,τι έλεγαν γι’ αυτήν στη γη από
πάνω, κι αυτά που άκουγε ήταν μόνο λέξεις σκληρές, γεμάτες κακία. Παρόλο
που η μητέρα της έκλαιγε περίλυπη για τα βάσανα της κόρης της, δεν έπαυε
να της λέει, «Η περηφάνια προηγείται της πτώσης. Μόνη σου κατέστρεψες τη
ζωή σου, Ίνγκερ. Να ’ξερες πόσο πίκρανες τη μητέρα σου!» Η μητέρα της,
όπως κι όλοι οι άλλοι εκεί πάνω, είχαν πληροφορηθεί το αμάρτημά της,
έμαθαν πως είχε πατήσει πάνω στο καρβέλι και πως αμέσως μετά βυθίστηκε
στη γη κι από τότε έμεινε εκεί κάτω· τους το είπε ο γελαδοβοσκός που τα είχε
δει όλα από την κορφή του λόφου.
«Πόσο έχεις πληγώσει τη μητέρα σου, Ίνγκερ!» έλεγε η μητέρα. «Κι
όμως, το περίμενα πως θα το έκανες!»
«Μακάρι να μην είχα γεννηθεί!» σκέφτονταν η Ίνγκερ. «Ίσως να ήταν
καλύτερα έτσι. Oύτε τα δάκρυα της μάνας μου δεν μπορούν να με βοηθήσουν
τώρα».
Άκουγε το πώς οι εργοδότες της, αυτοί οι καλοί άνθρωποι που της είχαν
φερθεί σαν πραγματικοί γονείς, μιλούσαν γι’ αυτήν.
«Ήταν από τη φύση του αχάριστο παιδί», έλεγαν. «Δεν εκτιμούσε τα
δώρα που της πρόσφερε ο Δημιουργός μας, το μόνο που έκανε ήταν να τα
ποδοπατήσει καταγής. Θα είναι δύσκολο ν’ ανοίξουν οι πύλες του ελέους για
χάρη της και να την αφήσουν να μπει μέσα».
«Έπρεπε να με είχαν αναθρέψει διαφορετικά», σκέφτηκε η Ίνγκερ. «Θα
έπρεπε να με σταματούσαν κάθε φορά που άρχιζα να κάνω ανοησίες».
Άκουσε πως είχε γραφτεί ακόμη κι ένα τραγούδι γι’ αυτήν, «Το
ψηλομύτικο κορίτσι που πάτησε πάνω σ’ ένα καρβέλι ψωμί για να μη λερώσει
τα παπούτσια της», και το τραγουδούσαν από τη μια άκρη της χώρας ως την
άλλη.
«Γιατί θα πρέπει να υποφέρω τόσο πολύ, γιατί να τιμωρούμαι τόσο
αυστηρά για ένα τόσο δα παράπτωμα;» σκέφτηκε. «Κι άλλοι σίγουρα θα
τιμωρηθούν για τα αμαρτήματά τους, επίσης! Είναι τόσοι πολλοί που τους
αξίζει να τιμωρηθούν. Αχ, πόσο πολύ υποφέρω!»
Το μυαλό της σκλήραινε πιο πολύ κι από το κέλυφος που περιέβαλλε το
κορμί της.
«Κανείς δεν μπορεί να γίνει καλύτερος σ’ αυτήν εδώ την παρέα! Κι εγώ
δεν θέλω να γίνω καλύτερη. Δείτε πρώτα αυτούς κι ύστερα δείτε κι εμένα!»
Η καρδιά της σκλήραινε κι αυτή, και γέμιζε μίσος για όλους τους
ανθρώπους.
«Τώρα έχουν κάτι να κουβεντιάζουν εκεί πάνω. Αχ, πόσο πολύ
υποφέρω!»
Τους άκουγε να διηγούνται την ιστορία της στα παιδιά τους για να τα
φοβίσουν, και τα μικρά όταν μιλούσαν γι’ αυτήν, την έλεγαν «η κακιά Ίνγκερ».
«Ήταν τόσο φρικτή», έλεγαν, «τόσο φρικτή που της άξιζε η τιμωρία». Τα
παιδιά χρησιμοποιούσαν λέξεις σκληρές γι’ αυτήν όποτε ανέφεραν τ’ όνομά
της.
Αλλά μια μέρα, που η πείνα και η δυστυχία συνέχιζαν να κατατρώγουν το
κούφιο της κορμί, άκουσε τ’ όνομά της ν’ αναφέρεται ξανά και την ιστορία της
να λέγεται σαν παραμύθι σ’ ένα αθώο κοριτσάκι. Μα όταν τέλειωσε η ιστορία,
εκείνο ξέσπασε σε κλάματα από λύπη για την ψηλομύτα Ίνγκερ, που
αγαπούσε τόσο πολύ τα όμορφα ρούχα.
«Και δεν θα ξανανέβει ποτέ στη γη;» ρώτησε το παιδάκι.
«Ναι, δεν θα ξαναβγεί ποτέ από εκεί κάτω», της απάντησαν.
«Αλλά αν ζητήσει συγχώρεση και υποσχεθεί πως θα πάψει να είναι κακιά
στο μέλλον;»
«Όμως δεν πρόκειται να ζητήσει συγχώρεση», της είπαν.
«Αχ, πόσο θα ήθελα να το κάνει!» είπε το κοριτσάκι πολύ
στενοχωρημένο. «Θα έδινα ακόμη και το κουκλόσπιτό μου αν μπορούσε ν’
ανέβει και πάλι στη γη! Είναι τόσο φρικτά εκεί κάτω για την καημένη Ίνγκερ!»
Τα λόγια του κοριτσιού άγγιξαν την καρδιά της Ίνγκερ κι ένιωσε λιγάκι
καλύτερα. Γιατί ήταν η πρώτη φορά που κάποιος είχε πει, «Καημένη Ίνγκερ»,
χωρίς να προσθέσει τίποτα για τα λάθη της. Ένα αθώο παιδάκι είχε κλάψει κι
είχε προσευχηθεί για χάρη της, και την είχε τόσο συγκινήσει αυτό, που ένιωσε
την ανάγκη να βάλει κι αυτή τα κλάματα. Αλλά τα δάκρυα δεν έλεγαν να
βγουν, κι αυτό ήταν επίσης βασανιστήριο για την Ίνγκερ.
Τα χρόνια περνούσαν εκεί πάνω, αλλά εκεί κάτω τίποτα δεν άλλαζε. Η
Ίνγκερ δεν άκουγε πια τόσο συχνά τους απάνω να μιλούν γι’ αυτήν. Μα
κάποια μέρα άκουσε έναν βαθύ αναστεναγμό, και μια κραυγή, «Ίνγκερ,
Ίνγκερ, πόση δυστυχία έφερες στη ζωή μου! Ήξερα από την αρχή πως θα με
έκανες δυστυχισμένη κάποια μέρα!» Ήταν τα τελευταία λόγια της μητέρας της,
πριν πεθάνει.
Κι ο καιρός περνούσε κι άκουγε πότε πότε τ’ όνομά της να τ’ αναφέρει η
παλιά της αφέντρα, με τον πράο τρόπο που συνήθιζε να μιλάει: «Αναρωτιέμαι
αν θα σε ξαναδώ ποτέ, Ίνγκερ! Άβυσσος η ψυχή του ανθρώπου, κι άδηλο το
μέλλον του!» Η Ίνγκερ ήξερε πως η γεμάτη καλοσύνη αφέντρα της δεν
υπήρχε περίπτωση να κατέβει ποτέ στο μέρος που βρισκόταν εκείνη.
Πέρασε και πάλι πολύς καιρός, αργός και βασανιστικός. Κι η Ίνγκερ
άκουσε ξανά τ’ όνομά της, κι είδε από πάνω της κάτι που έμοιαζε με δίδυμα
φωτεινά αστέρια να ρίχνει το φως του πάνω της. Ένα ζευγάρι μάτια, μάτια
γεμάτα καλοσύνη που πλησίαζαν στη γη ήταν. Πολλά χρόνια είχαν περάσει
από τότε που ένα κοριτσάκι είχε κλάψει για την «Καημένη την Ίνγκερ», το
κοριτσάκι εκείνο σε βαθιά γεράματα τώρα, το καλούσε ο Κύριος κοντά του.
Την ύστατη τούτη στιγμή, που καταπώς λένε, οι σκέψεις και τα έργα μιας
ολάκερης ζωής περνούν σαν απολογισμός από μπροστά μας, η γυναίκα
θυμήθηκε πως, μικρό παιδάκι, είχε κλάψει κάποτε με τη θλιβερή ιστορία της
Ίνγκερ. Εκείνη η ιστορία κι εκείνη η λύπη ξαναζωντάνεψαν τόσο έντονα στο
μυαλό της ηλικιωμένης γυναίκας την ώρα του θανάτου της, που βρήκε τη
δύναμη να φωνάξει με όλη την καρδιά της, «Κύριέ μου, μήπως κι εγώ συχνά,
σαν τη φτωχή Ίνγκερ, δεν ποδοπάτησα τα ευλογημένα δώρα Σου και δεν
θεώρησα πως δεν είχαν καμιά αξία για μένα; Μήπως κι εγώ συχνά δεν
βάρυνα την ψυχή μου και την καρδιά μου με το αμάρτημα της περηφάνιας και
της ματαιοδοξίας; Αλλά το Έλεός Σου δεν με άφησε να βυθιστώ στην άβυσσο,
με στήριξε! Ω, μη με εγκαταλείπεις στην ύστατή μου ώρα!»
Τα μάτια της ηλικιωμένης γυναίκας έκλεισαν για πάντα, αλλά τα μάτια της
ψυχής της άνοιξαν στο παρελθόν σε πράγματα κρυμμένα· η Ίνγκερ ήταν τόσο
έντονα παρούσα στις τελευταίες σκέψεις της, ώστε μπορούσε ακόμη και να
δει το δυστυχισμένο κορίτσι, και το πόσο βαθιά στη γη είχε βουλιάξει.
Μπροστά σ’ αυτό το τρομακτικό θέαμα η ευγενική ψυχή ξέσπασε σε κλάματα·
στο βασίλειο του ουρανού στεκόταν κι έκλαιγε σαν παιδί για τη μοίρα της
δυστυχισμένης Ίνγκερ. Τα δάκρυα και οι προσευχές της έφτασαν σαν ηχώ ως
κάτω στο κούφιο, άδειο σχήμα που κρατούσε φυλακισμένη τη βασανισμένη
της ψυχή. Κι αυτή η ψυχή κυριεύτηκε από όλη αυτή την απρόσμενη αγάπη
που προέρχονταν από πάνω. Ένας από τους αγγέλους του Θεού έκλαιγε γι’
αυτήν! Γιατί ν’ αξιωθεί μια τέτοια ευεργεσία;
Η βασανισμένη ψυχή μάζεψε σε μια και μόνο σκέψη όλες τις πράξεις της
γήινης ζωής της, και ξέσπασε σε λυγμούς, λυγμούς πρωτόγνωρους για την
Ίνγκερ. Θλίψη γέμισε ολάκερη την ύπαρξή της. Και με την πιο βαθιά
ταπείνωση σκέφτηκε πως γι’ αυτήν οι πύλες του ελέους δεν θα άνοιγαν ποτέ,
και τότε μια φωτεινή ακτίνα διαπέρασε ως κάτω την άβυσσο για να φτάσει ως
αυτήν· μια ακτίνα πιο δυνατή από εκείνες που έλιωναν τους χιονάνθρωπους
που τα αγόρια έφτιαχναν στις αυλές τους το χειμώνα. Και κάτω από αυτήν την
ακτίνα, πιο γρήγορη κι από τη νιφάδα που πέφτει στα ζεστά χείλια ενός
παιδιού για να λιώσει αμέσως μετά και να μεταμορφωθεί σε μια σταγόνα
νερού, η πετρωμένη φιγούρα της Ίνγκερ εξαερώθηκε· κι ένα μικρό πουλάκι
πετάρισε κι ακολουθώντας το γεμάτο ζιγκ-ζαγκ μονοπάτι της ακτίνας, έφτασε
ως επάνω, στον κόσμο των ανθρώπων.
Έμοιαζε τρομοκρατημένο και ντροπαλό· λες και ντρεπόταν κι ήθελε να
αποφύγει όλα τα ανθρώπινα πλάσματα, κρύφτηκε βιαστικά σε μια σκοτεινή
τρύπα σ’ έναν γκρεμισμένο τοίχο. Και κάθισε εκεί τρέμοντας σαν φύλλο, χωρίς
να μπορεί να αρθρώσει λέξη, γιατί δεν είχε καθόλου φωνή. Έμεινε εκεί
καθισμένο πολύ καιρό πριν τολμήσει να κρυφοκοιτάξει έξω και ν’ ατενίσει την
ομορφιά γύρω του· ναι, πραγματικά υπήρχε εξαιρετική ομορφιά στον κόσμο.
O αέρας φρέσκος κι απαλός· το φεγγάρι λαμπερό και καθαρό· τα δέντρα και
τα λουλούδια να ευωδιάζουν· και το πουλί με τα λεπτεπίλεπτα φτερά του
κάθονταν ήρεμα κι αγνάντευε τον κόσμο. Αχ, ολάκερη η δημιουργία μιλούσε
για την αγάπη και την ομορφιά! Το πουλί ήθελε μέσα από το κελάδημά του να
βγάλει τις σκέψεις που πλημμύριζαν το στήθος του, αλλά δεν μπορούσε·
πόσο θα ήθελε να δοξάσει την άνοιξη με τη φωνή του αηδονιού, με τη φωνή
του κούκου. O Κύριός μας, που μόνο εκείνος μπορεί ν’ ακούσει τον σιωπηλό
ύμνο που τον δοξάζει ακόμη κι αν προέρχεται από ένα ταπεινό σκουλήκι,
καλωσόρισε τον ψαλμό της ευχαριστίας που φούσκωνε την καρδιά του
πουλιού.
Καθώς περνούσαν οι εβδομάδες, τα βουβά αισθήματα ευγνωμοσύνης
έγιναν ακόμη μεγαλύτερα. Κάποια μέρα σίγουρα θα βρουν φωνή να
εκφραστούν, ίσως με το πρώτο χάδι της φτερούγας που θα κάνει κάποια καλή
πράξη. Δεν θα μπορούσε αυτό να συμβεί;
Και τώρα έφτασε η γιορτή της άγιας μέρας των Χριστουγέννων. Κοντά
στον τοίχο ένας αγρότης έστησε ένα κοντάρι και έδεσε πάνω του ένα δεμάτι
βρώμης, ώστε όλα τα αγριοπούλια του ουρανού να περάσουν κι αυτά
ευτυχισμένα Χριστούγεννα, να φάνε και να χορτάσουν, την άγια μέρα της
γέννησης του Σωτήρα μας.
Φωτεινός ο ήλιος ανέτειλε εκείνο το χριστουγεννιάτικο πρωινό και τύλιξε
στο φως του το δεμάτι της βρώμης και τ’ αγριοπούλια που είχαν μαζευτεί
γύρω από το κοντάρι και τιτίβιζαν χαρούμενα. Και ήταν εκείνη τη μοναδική
στιγμή που από τον τοίχο βγήκε ένα αχνό «τσίου, τσίου». Όλες οι σκέψεις
που φούσκωναν την καρδιά είχαν επιτέλους βρει τη φωνή τους, κι ο αχνός
ήχος έδωσε τη θέση του σ’ ένα τραγούδι χαράς καθώς το πουλί έβγαινε από
την κρυψώνα του και πετούσε ψηλά στον ουρανό· στο βασίλειο του ουρανού
ήξεραν πολύ καλά ποιο ήταν αυτό το πουλί κι από πού ερχόταν.
O χειμώνας ήταν ασυνήθιστα βαρύς εκείνη τη χρονιά. Oι λιμνούλες
πάγωσαν· τα πουλιά και τ’ αγρίμια του δάσους έψαχναν απεγνωσμένα για
λίγη τροφή. Το μικροσκοπικό πουλάκι πετούσε στην εξοχή, κι όποτε έβρισκε
από τύχη λίγα σπυριά καλαμπόκι στις αυλακιές που είχαν χαράξει τα
έλκηθρα, έτρωγε μόνο το ένα σπυρί, και ύστερα καλούσε τα άγρια πουλιά να κοπιάσουν να φάνε κι εκείνα
Αισώπου 30 μύθοι
Κυκλοφορεί στην Ελληνική & Αγγλική γλώσσα
Ο Αίσωπος είναι ο διασηµότερος από τους αρχαίους µυθοποιούς και θεωρείται ο κορυφαίος της λεγόµενης «διδακτικής µυθολογίας».
Στους µύθους του, που τους διηγούνταν προφορικά και ήταν παρµένοι από την καθηµερινή ζωή και τη φύση, αποδοκιµάζει το κακό στις πιο αντιπροσωπευτικές µορφές του: της βίας, της απάτης, της προδοσίας, της πλεονεξίας, της πονηριάς, καταλήγοντας πάντα σε κάποιο ηθικό δίδαγµα.
Ήταν ταπεινής καταγωγής και παρότι όσο ζούσε ήταν δούλος, οι Αθηναίοι του έστησαν αργότερα ανδριάντα για να δείξουν ότι κάθε άξιος άνθρωπος πρέπει, ανεξάρτητα από την καταγωγή του, να τιµάται.
Στο βιβλίο AΙΣΩΠΟY 30 ΜΥΘΟΙ περιέχονται µερικοί από τους γνωστότερους µύθους του σε µία ιδιαίτερα φροντισµένη έκδοση µε έγχρωµη εικονογράφηση. Οι µύθοι του Αισώπου δίνουν την ευκαιρία στον αναγνώστη να εκπαιδευτεί γύρω από τις βασικές αξίες της ζωής µε απλό τρόπο και άφταστη διδακτικότητα.
@ακόλουθοι #παραμυθια #παιδικαβιβλια
Click here to claim your Sponsored Listing.
Από το 1890...
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΓΚΥΡΑ
από το 1890 με αυτή Μεγαλώνουμε όλοι...!
E-mail: [email protected]
Τηλ: 210 2693800-4
Λ.Κατσώνη 271 & Γ. Παπανδρέου, Αγ. Ανάργυροι
ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΔΙΑΔΡΟΜΗ
Η ιστορία του εκδοτικού οίκου «ΑΓΚΥΡΑ» ξεκινά το 1890, όταν ιδρύεται ο εκδοτικός οίκος με τη φίρμα «ΚΕΝΤΡΙΚΟ ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ», από τον γενάρχη της οικογένειας εκδοτών Παπαδημητρίου, Δράκο Δ. Παπαδημητρίου.
Videos (show all)
Category
Contact the business
Telephone
Website
Address
Λάμπρου Κατσώνη 271
Athens
13562
Opening Hours
Monday | 08:30 - 16:30 |
Tuesday | 08:30 - 16:30 |
Wednesday | 08:30 - 16:30 |
Thursday | 08:30 - 16:30 |
Friday | 08:30 - 16:30 |
Γ. Γενναδίου 3
Athens, 10678
σελίδες με ιστορία Γ. Γενναδίου 3, 10678, Αθήνα www.kedros.gr
Μαυρομιχάλη 72-74, Αθήνα
Athens, 10680
Ακαδημαϊκές εκδόσεις, ιστορία & φιλοσοφία επιστημών, ελληνική & ξένη λογοτεχνία, βιβλία πληροφορικής
Αλεξανδρουπόλεως 6
Athens, 11527
Eβδομαδιαία Πολιτική- Σατιρική και Aποκαλυπτική εφημερίδα
55 VATATZI STR
Athens, 11473
Κοντά στους συγγραφείς και τους αναγνώστες από το 2009 www.ocelotos.gr
Ippokratous 58
Athens, 10680
Εκδόσεις βιβλίων θετικών επιστημών, ξένων γραμματικών
Ανδρέου Μεταξά 12
Athens, 10681
63 χρόνια συνολικής εκδοτικής παρουσίας στην ποίηση, πεζογραφία, ιστορία.